Τραυματοθεραπεία EMDR

Η ανάμνηση αναδομείται, αφομοιώνεται στη προσωπική ιστορία και παύει να επιδρά αρνητικά στο παρόν με ανεξέλεγκτα συμπτώματα και δυσκολίες.

Η μέθοδος EMDR (Eye Movement Desensitization and Reprocessing – Απευαισθητοποίηση και Επανεπεξεργασία μέσω Οφθαλμικών Κινήσεων) είναι μια ψυχοθεραπευτική τεχνική που αναπτύχθηκε από τη Francine Shapiro τη δεκαετία του 1980, αρχικά για τη θεραπεία της μετατραυματικής διαταραχής (PTSD). Eίναι μια περιεκτική ψυχοθεραπευτική προσέγγιση. Συνδυάζει αρμονικά πολλά επιτυχή στοιχεία από διάφορες αποτελεσματικές ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις όπως: τη γνωσιακή-συμπεριφορική, τη ψυχοδυναμική, τη διαπροσωπική θεραπευτική προσέγγιση, τη βιωματική καθώς και τη σωματική ψυχοθεραπεία. Η θεραπεία EMDR εφαρμόζει δομημένα θεραπευτικά πρωτόκολλα, τα οποία είναι ειδικά σχεδιασμένα, ώστε να επαυξάνουν τη θεραπευτική αποτελεσματικότητα. Η Shapiro υποστήριζε πως πολλά ψυχολογικά προβλήματα στο παρόν (π.χ. άγχος, θυμός, χαμηλή αυτοεκτίμηση) έχουν τις ρίζες τους σε ανεπεξέργαστες τραυματικές εμπειρίες του παρελθόντος, ακόμα κι αν αυτές δεν θεωρούνται “μεγάλες” από τον κοινωνικό περίγυρο.

Βασική ιδέα:

Η EMDR στηρίζεται στην αρχή ότι τραυματικές εμπειρίες αποθηκεύονται στον εγκέφαλο με μη επεξεργασμένο τρόπο, “παγιδεύοντας” τα συναισθήματα, τις σκέψεις και τις αισθήσεις εκείνης της στιγμής. Αυτός είναι και ο λόγος που παλιές τραυματικές αναμνήσεις μπορούν να ενεργοποιούνται ξανά και ξανά σαν να συμβαίνουν στο παρόν. Σύμφωνα με τη Shapiro, τραύμα δεν είναι μόνο ένα σοβαρό ή “μεγάλο” γεγονός, όπως ένας πόλεμος, μια φυσική καταστροφή ή μια κακοποίηση. Γεγονότα της καθημερινότητας, όπως η απόρριψη ή η ντροπή, μπορούν να δημιουργήσουν τραυματική μνήμη αν το άτομο δεν είχε τα ψυχικά αποθέματα να τα διαχειριστεί εκείνη τη στιγμή. Τραύμα είναι οποιαδήποτε εμπειρία υπερβαίνει την ικανότητα του ατόμου να την επεξεργαστεί με υγιή τρόπο. Όταν ένα γεγονός δεν μπορεί να ενσωματωθεί στο γνωστικό και συναισθηματικό σύστημα, αποθηκεύεται στον εγκέφαλο με δυσλειτουργικό τρόπο, «παγωμένο» με όλες τις αισθήσεις, σκέψεις και τα συναισθήματα της στιγμής που συνέβη.

Για παράδειγμα, ένα παιδί που γελοιοποιήθηκε στην τάξη μπορεί να αναπτύξει την πεποίθηση:
«Δεν αξίζω» ή «Είμαι ανίκανος».
Αν δεν επεξεργαστεί σωστά αυτή την εμπειρία, μπορεί ως ενήλικας να νιώθει ανασφάλεια, φόβο έκθεσης ή αποφυγή της επιτυχίας – χωρίς να συνειδητοποιεί την αρχική πηγή.

Ενώ ο εγκέφαλος έχει φυσικούς μηχανισμούς επεξεργασίας πληροφοριών που βοηθούν το άτομο να ενσωματώνει τις εμπειρίες του, όταν βιώνεται ένα τραυματικό γεγονός, αυτοί οι μηχανισμοί υπερφορτώνονται ή μπλοκάρονται και το γεγονός αποθηκεύεται σε “ακατέργαστη” μορφή στο νευρικό σύστημα.

Νευρολογική Βάση του τραύματος:

  1. Αμυγδαλή & υποθάλαμος (συναγερμός)
    Η αμυγδαλή, κέντρο του φόβου, ενεργοποιείται έντονα σε τραυματικά γεγονότα και στέλνει σήμα για άμεση αντίδραση (“fight-flight-freeze”).
    Αν η εμπειρία είναι πολύ έντονη, η επικοινωνία με τον προμετωπιαίο φλοιό(λογική/ανάλυση) αποκόπτεται.
  2. Ιππόκαμπος (μνήμη)
    Κανονικά, βοηθά στην οργάνωση των αναμνήσεων στο χρόνο. Σε τραύμα, οι μνήμες γίνονται αποσπασματικές, συναισθηματικές και “εκτός χρόνου” – σαν να συμβαίνουν στο παρόν.
  3. Διαταραχή στην επεξεργασία
    Οι τραυματικές πληροφορίες αποθηκεύονται με δυσλειτουργικό τρόπο στα νευρονικά δίκτυα, μαζί με τις αρχικές εικόνες, ήχους, συναισθήματα και πεποιθήσεις (“είμαι σε κίνδυνο”, “δεν αξίζω”).

Η EMDR βοηθά τον εγκέφαλο να επεξεργαστεί αυτές τις εμπειρίες και να τις ενσωματώσει με υγιή τρόπο στο νευρικό σύστημα αρκεί να του δοθεί το κατάλληλο “νευρωνικό σπρώξιμο”. Η μέθοδος βοηθά το μυαλό να ξεμπλοκάρει τις εγκλωβισμένες αναμνήσεις και να τις μετατρέψει σε ουδέτερες ή υγιώς ενσωματωμένες εμπειρίες.

Πώς λειτουργεί μια συνεδρία EMDR

Αρχικά, γίνεται προσπάθεια να συσχετιστούν οι δυσκολίες που βιώνει το άτομο στο παρόν με πιθανές τραυματικές ή στρεσογόνες εμπειρίες του παρελθόντος, με τη συμβολή της θεραπεύτριας εντοπίζονται οι πυροδότες (triggers) στο παρόν – δηλαδή καταστάσεις, εικόνες, σκέψεις ή συναισθήματα που προκαλούν έντονη αντίδραση – και αναζητείται η ρίζα τους στο παρελθόν, δηλαδή οι αρχικές τραυματικές ή στρεσογόνες εμπειρίες που τα ενεργοποιούν με στόχο την ανακούφιση των συμπτωμάτων τα οποία εμφανίζονται στο παρόν.

Τα ερεθίσματα του παρόντος λειτουργούν σαν “κουμπιά” που πατιούνται, επειδή έχουν συνδεθεί με παλιές αναμνήσεις που δεν έχουν ενσωματωθεί λειτουργικά στο νευρωνικό δίκτυο της μνήμης. Μέσα από τη θεραπευτική διαδικασία, αυτά τα “κουμπιά” αποσυνδέονται από το τραύμα, ώστε το άτομο να μπορεί να αντιδρά πιο ψύχραιμα και υγιώς στο παρόν. Όταν επιτευχθεί μια σταθερή και ισορροπημένη θεραπευτική σχέση, ξεκινά η διαδικασία επεξεργασίας των επώδυνων αναμνήσεων βάσει του βασικού πρωτοκόλλου των 8 φάσεων της EMDR. Η θεραπεία ολοκληρώνεται με την ενίσχυση θετικών συμπεριφορικών προτύπων για το μέλλον, θέτοντας έτσι θεμέλια για την αποκατάσταση της ψυχικής υγείας και την πρόληψη μελλοντικών δυσκολιών.

Ένα βασικό της στοιχείο είναι τα διεστιακά (αμφίπλευρα) αισθητηριακά ερεθίσματα (οπτικά, ακουστικά, απτικά), τα οποία αποτελούν καινοτομία της μεθόδου. Κατά τη διάρκεια των φάσεων θεραπευτικής επεξεργασίας ο θεραπευόμενος εστιάζει την προσοχή του σε στρεσσογόνες αναμνήσεις, ενώ ταυτόχρονα καλείται να παρακολουθήσει τα διεστιακά αυτά ερεθίσματα. Τα αισθητηριακά αμφίπλευρα ερεθίσματα ενισχύουν συνειρμικές διαδικασίες, με αποτέλεσμα ο θεραπευόμενος να βιώνει αλλαγές σε επίπεδο γνωστικό, συναισθηματικό, νευροφυσιολογικό και σωματικών αισθήσεων.

Τι συμβαίνει νευροβιολογικά

  1. Ενεργοποιούνται νευρωνικά δίκτυα και των δύο ημισφαιρίων.
  2. Η αμυγδαλή αποφορτίζεται.
  3. Ο ιππόκαμπος και ο προμετωπιαίος φλοιός αρχίζουν να επεξεργάζονταιτην εμπειρία.
  4. Η ανάμνηση “μεταγράφεται” σαν κάτι του παρελθόντος – και παύει να ενεργοποιεί το παρόν.

 

Η σωματική εμπλοκή στο EMDR και γενικά στην επεξεργασία του τραύματος είναι κεντρική, γιατί το τραύμα δεν αποθηκεύεται μόνο στο μυαλό, αλλά και στο σώμα. Όπως λέει και ο Bessel van der Kolk:

«Το σώμα κρατάει το σκορ» (The Body Keeps the Score).

 

Πώς εμπλέκεται το σώμα στο τραύμα και στο EMDR:

 Σωματική μνήμη του τραύματος

  • Το σώμα «θυμάται» το τραύμα μέσω σωματικών αισθήσεων(π.χ. σφίξιμο στο στήθος, ναυτία, μούδιασμα).
  • Αυτές οι αντιδράσεις ενεργοποιούνται αυτόματαόταν το τραυματικό υλικό ανασύρεται – ακόμη κι αν δεν υπάρχει εξωτερική απειλή.

 Κατά τη διάρκεια του EMDR

  • Η θεραπεύτρια ρωτά:
    «Πού το νιώθεις αυτό στο σώμα σου;»
    ώστε να φέρει την προσοχή του θεραπευόμενου στο σώματου.
  • Η διμερής διέγερσηεπηρεάζει το αυτόνομο νευρικό σύστημα και πολλές φορές προκαλεί:
    • αλλαγές στην αναπνοή
    • ρίγη ή ιδρώτα
    • χαλάρωση ή μυϊκή απελευθέρωση
    • μείωση του καρδιακού παλμού
    • δάκρυα, ήχους ή κινήσεις χωρίς λέξεις (το σώμα «ξεφορτώνει» το φορτίο)

 Ρύθμιση και επανεγγραφή

  • Το σώμα «κατεβάζει» την ένταση της αντίδρασης.
  • Το νευρικό σύστημα μαθαίνει ότι είναι πλέον ασφαλές.
  • Οι νέες πεποιθήσεις συνοδεύονται από νέες σωματικές αισθήσεις: αίσθηση δύναμης, ελευθερίας, ανάσας.

 

Ενδείξεις

Εκτός από περιπτώσεις μετατραυματικών διαταραχών, η μέθοδος EMDR χρησιμοποιείται με επιτυχία σε φοβίες, κρίσεις πανικού και αγχώδεις διαταραχές, σε κατάθλιψη, εξαρτήσεις, ιδεοψυχαναγκαστικές διαταραχές αλλά και σε περιπτώσεις χρόνιου πόνου ή σοβαρών ασθενειών για την αντιμετώπιση των ψυχολογικών τους επιπτώσεων. Υπάρχουν επίσης θετικές αναφορές για την αποτελεσματικότητα της μεθόδου σε διαταραχές προσωπικότητας. Τέλος, αξιοποιείται με επιτυχία σε θέματα βελτίωσης επιδόσεων αθλητών, ηθοποιών και καλλιτεχνών. H μέθοδος EMDR γίνεται σε ατομικές ψυχοθεραπευτικές συνεδρίες και εφαρμόζεται σε ενήλικες, εφήβους και παιδιά από ειδικούς στη θεραπεία τραύματος ψυχολόγους και ψυχιάτρους.

 

Η EMDR θεωρείται ενδεδειγμένη μέθοδος θεραπείας τραύματος από πολλούς διεθνείς οργανισμούς υγείας και κρατικούς φορείς, όπως το UNHCR – World Health Organization MENTAL HEALTH GAP ACTION PROGRAM: Intervention guide module, τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (World Health Organization, 2013), το American Psychiatric Association (2004), το Department of Veterans Affairs & Department of Defense (2004, 2017)το Υπουργείο Υγείας της Μεγάλης Βρετανίας (2001), το National Institute for Clinical Excellence (Βρετανικό Ινστιτούτο Κλινικών Διακρίσεων, 2005), το Haute Autorité de la Santé (France, 2007),το Εθνικό Συμβούλιο Ψυχικής Υγείας του Ισραήλ (2002), την Εθνική Επιτροπή Ψυχικής Υγείας της Ολλανδίας (2003), το Γαλλικό Ινστιτούτο Ιατρικής Έρευνας (2004), την Επιτροπή Ιατρικού Προγραμματισμού της Σουηδίας(2003), κ.α.